Πριν η Ραφήνα αποκτήσει λιμάνι, μώλο και εγκαταστάσεις, στη περιοχή του λιμανιού λάμβανε χώρα παζάρι μεταξύ των ψαράδων και των (μεγάλων μόνο αρχικά) ιχθυεμπόρων. Εκεί, υπήρχαν οι ‘περιλαβητές’, που καθόντουσαν σε ξύλινες παράγκες και εκτελούσαν ένα ρόλο μεσάζοντα μεταξύ των ψαράδων και των ιχθυεμπόρων. Πριν χτιστεί ο πρώτος μώλος τα ψαροκάικα άραζαν νοτιότερα και μετέφεραν τα ψάρια με μουλάρι ή σούστα στους περιλαβητές, οι οποίοι έπειτα από κουραστική προετοιμασία και συντήρηση πάγου και κασελών πουλούσαν στους ιχθυέμπορους τα ψάρια. Οι άνθρωποι που μετέφεραν τα ψάρια για τους εμπόρους ξεκινούσαν το μεσημέρι από Αθήνα, έφταναν βράδυ στην Ραφήνα, και στη συνέχεια φόρτωναν και έφευγαν τα μεσάνυχτα, με τα μέσα της εποχής (άλογα και δίτροχες μόνιππες σούστες) και άλλοτε σταμάταγαν στο Γέρακα για να αλλάξουν άλογα και άλλοτε για να φορτώσουν σε τραίνα ή να τα στείλουν με μουλάρια σε πανέρια στην Αθήνα. Μετά το πόλεμο οι παλιοί έμποροι (που τότε λεγόντουσαν και ‘μανάβηδες’) χάθηκαν και τη θέση τους πήραν καινούριοι έμποροι. Τα περισσότερα από τα μαγαζάκια που είχαν έχουν γίνει σήμερα ταβέρνες, πρακτορεία και καφενεία.